Από την Αγγελική Κώττη //
«Ρόδο το αμάραντο». Μια εικόνα που την είχαν φέρει μαζί τους οι πρόσφυγες, εγκαταλείποντας διωγμένοι τις εστίες τους, και άνοιγε την έκθεση με κειμήλια προσφύγων του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου, μια συγκινητική έκθεση οργανωμένη από τον αείμνηστο Δημήτρη Κωνστάντιο. Δεν ήταν μόνο η ομορφιά της εικόνας, που παρουσίαζε την Παναγία με τον Χριστό, ήταν κυρίως η ιστορία της που σε συνέπαιρνε:
Έτρεχαν για να σωθούν, έχοντας μαζί τους ό,τι πολύτιμο ή «πολύτιμο» είχαν προλάβει να πάρουν. Τα ελληνικά στρατεύματα είχαν ηττηθεί και τους είχαν αφήσει πίσω. Απαράδεκτο και εγκληματικό να μην έχεις προβλέψει μια ύστατη γραμμή άμυνας, προς υπεράσπιση των αμάχων. Τα ξένα πλοία, πολεμικά και εμπορικά, είχαν εντολές να μην επιβιβάζουν πρόσφυγες, το ίδιο και τα ελληνικά εμπορικά. Η Βουλή των Ελλήνων τον Ιούλιο του 1922 είχε νομοθετήσει να μην εισέρχονται κάτοχοι ξένων διαβατηρίων χωρίς χαρτιά και άδειες. Οι Έλληνες της Μικρασίας και του Πόντου είχαν οθωμανικά διαβατήρια κατά πλειονότητα. Αν ρωτάτε, για εκείνους ψηφίστηκε ο νόμος.
Ένα μόνο καράβι έσπασε τον εγκληματικό κλοιό. Ηταν ιαπωνέζικο και ο καπετάνιος, άγνωστος μέχρι τώρα, έριξε στη θάλασσα ολόκληρο το φορτίο με τα μεταξωτά, ώστε να σώσει γυναικόπαιδα. Κι ύστερα, ευτυχώς που ο υπέροχος Αμερικανός πάστορας Αϊζα Τζένινγκς κινητοποιήθηκε και κατάφερε να σώσει- ένας άνθρωπος, αλλά λέων- εκατοντάδες χιλιάδες πιέζοντας την ελληνική κυβέρνηση να στείλει πλοία και πληρώνοντας ο ίδιος κάποιους για θαλάσσια μεταφορά. Και διηγώντας τα να κλαις…
Ξαναγυρνάμε στο «Ρόδο το αμάραντο» της οικογένειας που μένει σήμερα στη Βόρειο Ελλάδα. Το εικόνισμα, μεσαίων διαστάσεων, ήταν κρυμμένο στις φασκιές του μωρού. Ένας Τούρκος το πυροβόλησε. Η σφαίρα συγκρατήθηκε από το ξύλο της εικόνας. Το Ρόδο θα είναι αμάραντο εις τους αιώνας για τους συγκεκριμένους, όπως και για τη συλλογική μνήμη.
Αφορμή για όλα αυτά, ήταν η έκθεση με τίτλο «Icônes, Trésors de Réfugies / Εικόνες, Θησαυροί των Προσφύγων» που πραγματεύεται το θέμα των Ελλήνων προσφύγων της Μικράς Ασίας το 1922. Εγκαινιάστηκε την 1η Ιουλίου στην πόληΝαντ της Γαλλίας και διοργανώθηκε από το Château de Ducs de Bretagne-Musée d’ Histoire de Nantes σε συνεργασία με το Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο.
Πραγματεύεται το θέμα των Ελλήνων προσφύγων της Μικράς Ασίας το 1922, την ανταλλαγή των πληθυσμών που προέβλεπε η συνθήκη της Λοζάνης, τη μετεγκατάστασή τους σε νέους τόπους, στην Ελλάδα αλλά και τη Γαλλία. Η ιστορία ανασυντίθεται μέσα από αρχειακό υλικό και εκκλησιαστικά κειμήλια που έφεραν μαζί τους οι πρόσφυγες όταν εγκατέλειπαν τις πατρίδες τους, τονίζοντας τη σημασία που είχαν, αφενός στη θρησκευτική και κοινωνική ζωή τους και αφετέρου στον ρόλο των κειμηλίων ως «συνδετικού κρίκου» μεταξύ των παλαιών και των νέων πατρίδων.
Το Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο συμμετέχει στην έκθεση με 48 έργα της συλλογής «Κειμηλίων Προσφύγων» και συγκεκριμένα με 37 εικόνες, 10 έργα μικροτεχνίας και ένα αντίγραφο της ψηφιδωτής εικόνας της Παναγίας Επίσκεψης. Επίσης, περιλαμβάνονται εικόνες που συντηρήθηκαν στη Γαλλία και οι οποίες παρουσιάζονται στο κοινό για πρώτη φορά.
Στις 24 Ιουλίου 1923 υπογράφηκε η συνθήκη της Λοζάνης (η τελευταία συνθήκη ειρήνης του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, όπως έχει θεωρηθεί), τερματίζοντας τον πόλεμο μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, που ξεκίνησε το 1919. Η συνθήκη επέβαλε την ανταλλαγή αστικών πληθυσμών και καθόρισε τους όρους της αναγκαστικής μετανάστευσης και στις δυο πλευρές του Αιγαίου.
Περίπου 1,3 εκατομμύρια Έλληνες και 400.000 μουσουλμάνοι αναγκάστηκαν να αφήσουν πίσω τα σπίτια και τα υπάρχοντά τους.
Μερικοί Έλληνες, άνδρες και γυναίκες, πήραν μαζί τους θρησκευτικές εικόνες, κάποιες από ελληνικές εκκλησίες. Λόγω της μετανάστευσης, που επεκτάθηκε πολύ πιο πέρα από τα ελληνικά σύνορα, υπάρχουν σήμερα στη Γαλλία εικόνες που μαρτυρούν αυτή την ιστορική μετακίνηση. Κάθε μια αφηγείται και μια ιστορία. Η έκθεση θα διαρκέσει έως τις 13 Νοεμβρίου 2016.
Το μόνο που θα είχαμε να παρατηρήσουμε είναι πως το 1,3 εκατ. των Ελλήνων προσφύγων δεν έφυγε όλο με την ανταλλαγή. Προηγήθηκε η μεγάλη και τραγική έξοδος των καταδιωκόμενων, που έφευγαν όπως-όπως για να γλιτώσουν τη ζωή τους. Αυτό δεν θα έπρεπε να παραλείπεται από την ενημέρωση που στέλνει στον Τύπο ένα μουσείο όπως το Βυζαντινό και Χριστιανικό. Η μικρασιατική καταστροφή δεν ορίστηκε από τη συνθήκη της Λοζάνης, που έγινε έναν χρόνο μετά το τραυματικό γεγονός και υπήρξε το επιστέγασμά της. Ορίστηκε από το αίμα και τα δάκρυα των ανθρώπων, νεκρών, ζωντανών, ή ζωντανών- νεκρών. Σε αυτούς, επίσης, ανήκουν τα κειμήλια. Σε αυτούς πρέπει να στρέφεται και η μνήμη.