«Ψυχαρίδα»: Το νέο μυθιστόρημα του Νίκου Ντακάκη
ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΚΕ ΤΗΝ ΠΕΡΑΣΜΕΝΗ ΕΒΔΟΜΑΔΑ ΣΤΟ «ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ ΠΟΛΙΟΥ»
Ο Νίκος Ντακάκης για ακόμα μια φορά καταφέρνει να ικανοποιήσει και τους πιο απαιτητικούς αναγνώστες του, αφού η «Ψυχαρίδα», κερδίζει τις εντυπώσεις από τις πρώτες γραμμές του κειμένου, κρατώντας αμείωτο το ενδιαφέρον, ως και την τελευταία σελίδα του βιβλίου.
Τη βιβλιοπαρουσίαση έκανε η Ειρήνη Παπατριανταφύλλου, Διευθύντρια στο Αρσάνειο Γυμνάσιο, στο Σφακάκι και ο συνταξιούχος δάσκαλος Γιάννης Σκεπετζής, που ανέλαβε την ανάγνωση αποσπασμάτων από το βιβλίο.
Στην εκδήλωση που διοργάνωσε η Τοπική Κοινότητα Χαμαλευρίου σε συνεργασία με τον εκδοτικό οίκο Λιβάνη, παραβρέθηκε πλήθος κόσμου, αφού ο Νίκος Ντακάκης, έχει κερδίσει και κεντρίσει το ενδιαφέρον του αναγνωστικού κοινού, με την πλούσια συγγραφική του δραστηριότητα.
Ο ίδιος ο συγγραφέας, αφού ανέφερε ότι «πρόκειται για ένα κοινωνικό μυθιστόρημα το οποίο εκτυλίσσεται στο Ρέθυμνο», απαντώντας σε σχετικό ερώτημα ανέφερε: «Βέβαια και περιέχει πραγματικά γεγονότα όπως περιέχει και τον τρόπο ζωής σε κάθε εποχή και τα ήθη και τα έθιμα είναι «ραμμένα» στην ιστορία».
Στη συνέχεια ο κ. Ντακάκης εξήγησε: «Μυθιστόρημα σημαίνει μύθος και ιστορία, δηλαδή βασίζεται σε κάποια πραγματικά γεγονότα τα οποία δένονται με το μύθο και έτσι με τη μυθιστορηματική γραφή βγαίνει το αποτέλεσμα».
«ΡΕΑΛΙΣΤΙΚΟ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ ΜΕ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ»
Η ιστορία εκτυλίσσεται από τις αρχές του 20ου αιώνα μέχρι και τις αρχές της δεκαετίας του 1980, όπως επεσήμανε η κ. Παπατριανταφύλλου και ξεκινώντας από τον τίτλο του βιβλίου ανέφερε: «Ο τίτλος του προκαλεί το ενδιαφέρον και εντυπώνεται, γιατί είναι μονολεκτικός και με πολλές αναγνώσεις. Η λέξη είναι παράγωγη της Ψυχής, και έτσι η Ψυχαρίδα-πεταλούδα «παίζει» με τα νοήματα, αφού σύμφωνα με τη λαϊκή δοξασία παραπέμπει και στο άυλο στοιχείο του ανθρώπου που, ύστερα από το θάνατο του σώματος, αποκτά αυτόνομη ύπαρξη. Μέσα στο έργο η ψυχαρίδα εμφανίζεται, ως σημάδι, προκειμένου να συμβάλλει στη συνέχεια της αφήγησης ή να σηματοδοτήσει το τέλος της. Ο Συγγραφέας του, Νίκος Ντακάκης, δεν περιορίστηκε μόνο σε αυτό το ρόλο. Είναι παράλληλα και αφηγητής και ένας από τους ήρωες του έργου με το προσωπείο, το πλαστό όνομα Μανόλης.
Η διευθύντρια του Αρσάνειου Γυμνασίου, μεταξύ άλλων μίλησε:
Για το έργο…
«Πρόκειται για ρεαλιστικό μυθιστόρημα με κοινωνικό περιεχόμενο και πολλά ηθογραφικά/λαογραφικά στοιχεία της περιοχής του συγγραφέα και της εποχής στην οποία αναφέρεται. Σε κάποια σημεία μάλιστα γίνεται νατουραλιστικό, φωτογραφίζει δηλαδή την ωμή πραγματικότητα. Αυτό συμβαίνει κυρίως όταν θέλει να στηλιτεύσει την ωμότητα βίαιων ή ακραίων ενστίκτων και συμπεριφορών του ανθρώπου. Τότε προκαλεί το κοινό αίσθημα περί ηθικής και δικαιοσύνης, και συναντά τα χαρακτηριστικά της αρχαίας τραγωδίας, όπου η αλαζονεία τελικά τιμωρείται, οδηγώντας ήρωες και αναγνώστες, μέσω της συμπάθειας /ενσυναίσθησης, στην κάθαρση. Γεμάτο αντιθέσεις και ανατροπές, καθώς είναι, διατηρεί το αμείωτο ενδιαφέρον του αναγνώστη. Ο συγγραφέας με μεγάλη μαεστρία συνέθεσε ένα εκτενές και πολυπρόσωπο μυθιστόρημα, που κινείται σε πολλούς και διαφορετικούς τόπους και χρόνους.
Για τον τόπο…
«Για τον τόπο όπου ξετυλίγεται το κουβάρι της ιστορίας, επικρατεί το σχήμα του κύκλου. Η υπόθεση, αρχικά, τοποθετείται σε ένα χωριό ανατολικά της πόλης του Ρεθύμνου, «δυο ώρες δρόμος με το κάρο», που στα χρόνια της νεότητας του συγγραφέα-αφηγητή ονομαζόταν Αγία Βαρβάρα, από την εκκλησία του χωριού. Δεν είναι άλλο από το Παγκαλοχώρι, τη γενέτειρα του συγγραφέα. Στη συνέχεια, μεταφέρεται στην Αθήνα (στις φυλακές Αβέρωφ, στου Ψυρρή, στην Κηφισιά και αλλού), επανέρχεται στην Κρήτη και στο Ρέθυμνο -όπου παρακολουθούμε τα πρώτα χρόνια της ζωής, το ένοχο μυστικό του κεντρικού ήρωα και άλλα επεισόδια- για να καταλήξει στο τέλος πάλι στο χωριό από το οποίο ξεκίνησε. Τοπωνύμια και επίθετα ανθρώπων μας μεταφέρουν στο Ρέθυμνο του παρελθόντος».
Για το ιστορικό πλαίσιο…
«Σχετικά με το ιστορικό πλαίσιο της εποχής, στο έργο υπάρχουν αναφορές στην Ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα (1913) και στην Κατοχή συγκεκριμένα, στα αντίποινα των Γερμανών. Μεταπολεμικά δεν υπάρχει καμία αναφορά σε πολιτικά ή ιστορικά γεγονότα. Αυτό όμως δεν εμποδίζει τον συγγραφέα, με τον τρόπο που παρουσιάζει/περιγράφει πρόσωπα και καταστάσεις, να τοποθετείται, να κρίνει, να καυτηριάζει».
Για τα κοινωνικά προβλήματα που θίγει…
«Το μυθιστόρημα θίγει, επίσης, και μια σειρά από κοινωνικά προβλήματα/θέματα. Ενδεικτικά αναφέρουμε:
- Την πατριαρχική οικογένεια.
- Τις σχέσεις των δύο φύλων, σε μια κοινωνία όπου οι άντρες ήταν οι κυρίαρχοι της ζωής, ενώ η θέση των γυναικών (1900- 1960) ήταν υποδεέστερη.
- Τις συνέπειες της φτώχειας και της αγραμματοσύνης, όχι μόνο τις οικονομικές αλλά και αυτές που συνδέονται με την ψυχολογία των ανθρώπων, όπως την έλλειψη θάρρους και αυτοπεποίθησης ή τη δυσκολία κοινωνικής κινητικότητας.
- Την ασυδοσία του πλούτου, μέσα από ένα ανδρικό πρόσωπο (τον Μάρκο Καμπουράκη), όταν τον βλέπουμε να εκμεταλλεύεται, να κακοποιεί, να ασχολείται με παράνομο εμπόριο, να εποφθαλμιά και να καταστρέφει ακόμη και την οικογένεια του παιδιού του, χωρίς συνέπειες για τον ίδιο.
- Την προβληματική δικαιοσύνη και την αυτοδικία.
- Τις συνθήκες ζωής των φυλακισμένων και τη δυσκολία/αδυναμία κοινωνικής επανένταξης μετά την αποφυλάκιση τους
Για την αφήγηση…
«Η αφήγηση είναι πρωτοπρόσωπη στην αρχή και στο τέλος, όταν αφηγητής είναι ο Μανόλης. Γίνεται τριτοπρόσωπη, όταν παρακολουθούμε την αφήγηση της ζωής του Μπαμπά από τον Γιάννη Καμπουράκη, καθώς και στα παρένθετα παραμύθια/αλληγορίες του Μπαμπά. Κάποιες φορές πάλι χρησιμοποιείται και το β΄ πρόσωπο, όταν ο συγγραφέας/αφηγητής απευθύνεται στον αναγνώστη, επιλογή που προσδίδει ζωντάνια και αμεσότητα στο κείμενο, προκαλώντας το ενδιαφέρον».
Εκείνο όμως που διακρίνει το έργο είναι οι ζωντανές περιγραφές και εικόνες (οπτικές, ακουστικές, οσφρητικές, γευστικές, απτικές). Διατρέχουν όλο το μυθιστόρημα και σχετίζονται με πρόσωπα, ανθρώπινες συμπεριφορές, τοπία και γεγονότα».
Κλείνοντας η ίδια υπογράμμισε: «Τέλος, η παρατακτική σύνταξη και το ασύνδετο σχήμα, προσφέρουν στο κείμενο ζωντάνια και γρήγορο ρυθμό, διατηρώντας έτσι αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη, μέχρι το τέλος, όταν δηλαδή η ψυχαρίδα-ψυχή του Μπαμπά συναντά για τελευταία φορά τον Μανόλη.
Επειδή στο έργο υπάρχουν στοιχεία αυτοαναφορικότητας, δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι έχουμε να κάνουμε με μυθ-ιστόρημα. Ο συγγραφέας εμπνέεται από γεγονότα και χαρακτήρες, αλλά δεν αποτυπώνει πραγματικά γεγονότα και ανθρώπους. Δεν γράφει τοπική ιστορία, γράφει για να ψυχαγωγήσει. Μην ψάχνετε, λοιπόν, να ταυτίσετε τους ήρωες με πραγματικά πρόσωπα στο Παγκαλοχώρι».
πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου